Ως ίλιγγος περιγράφεται η ψευδαίσθηση της κίνησης του ασθενή, που εκδηλώνεται :
- Με την έννοια της περιστροφής
- Με την έννοια της ώθησης ή της αιώρησης του σώματος προς τα πλάγια, εμπρός, πίσω, πάνω ή κάτω
- Με την έννοια της τάσης για πτώση του σώματος
Ο ασθενής βέβαια σχεδόν πάντα γνωρίζει ότι τα συμπτώματα αυτά είναι ψευδή και τις περισσότερες φορές παρότι είναι ιδιαίτερα ενοχλητικά δεν είναι επικίνδυνα.
Στον ανθρώπινο οργανισμό υπάρχουν δύο όργανα ισορροπίας, οι λαβύρινθοι, οι οποίοι είναι τοποθετημένοι σε κάθε αυτί και στέλνουν πληροφορίες στα κέντρα ισορροπίας του εγκέφαλου. Οι πληροφορίες αυτές είναι βασικές για την διατήρηση της ισορροπίας του σώματος και κάθε φορά που κάποιος από τους δύο λαβύρινθους ερεθίζεται ή παρουσιάζει έκπτωση της λειτουργίας του , επέρχεται διαταραχή της ισορροπίας των ερεθισμάτων που στέλνονται στον φλοιό του εγκεφάλου, ο οποίος τα ερμηνεύει ως κίνηση και το αποτέλεσμα είναι αίσθημα ζάλης, περιστροφής, αστάθεια στη βάδιση, απώλεια στήριξης, με την συνοδεία πιθανότατα ναυτίας και εμέτων.
Δεν πρέπει να συγχέεται με ο ίλιγγος με το αίσθημα ζάλης το οποίο εμφανίζεται με την μορφή με την λιποθυμίας, πτώσης στο κενό, διαταραχής της οράσεως, ορθοστατικής υπότασης, κρίσεων πανικού με υπεραερισμό, ή ακόμα και απώλεια συνείδησης που δεν είναι λαβυρινθικής αιτιολογίας.
Συνήθως σ’ ένα ποσοστό 80% οφείλεται σε ενδολαβυρινθικές βλάβες ή σε βλάβες της αιθουσαίας οδού, ενώ σ ‘ένα μικρότερο ποσοστό οφείλεται σε βλάβες του κεντρικού νευρικού συστήματος(σκλήρυνση κατά πλάκας, αγγειακά εμφράγματα ή αιμορραγίες του εγκεφάλου, όγκοι, αποστήματα εγκεφάλου, παρεγκεφαλίδας κ.α.), ψυχογενή αίτια, παρενέργειες από φάρμακα, ορθοστατική υπόταση, υπογλυκαιμία κ.α.
Τα αίτια του ιλίγγου περιφερικής αιτιολογίας περιλαμβάνουν:
- Αιθουσαία νευρωνίτιδα. Χαρακτηρίζεται από έντονο ίλιγγο, και εμέτους, εισβάλει απότομα και διαρκεί από λίγες μέρες έως τρεις εβδομάδες. Οποιαδήποτε κίνηση της κεφαλής επιδεινώνει στην αρχή τα συμπτώματα και γι’ αυτό ο ασθενής αποφεύγει οποιαδήποτε κίνηση. Ο άρρωστος συχνά πάσχει ή αναρρώνει από μία ιογενή λοίμωξη και γι’ αυτό πιθανολογείται ως αιτία ιογενή λοίμωξη που προσβάλει το αιθουσαίο νεύρο.
- Νόσος του Meniere. Ονομάζεται και ενδολεμφικός ύδρωπας λόγω της αυξήσεως της πιέσεως της ενδολέμφου του έσω ωτός και χαρακτηρίζεται από βαρηκοΐα, εμβοές και ίλιγγο. Η βαρηκοΐα παρουσιάζει διακυμάνσεις παρουσιάζοντας επιδείνωση κατά την διάρκεια των επεισοδίων και βελτίωση μετά το πέρας τους.
- Καλοήθης παροξυσμικός ίλιγγος θέσεως. Χαρακτηρίζεται από την εμφάνιση σύντομων επεισοδίων έντονου ιλίγγου όταν ο ασθενής λάβει μια συγκεκριμένη θέση. Η χαρακτηριστική θέση είναι η ύπτια με την κεφαλή στραμμένη προς τα πλάγια, ώστε ο πάσχων λαβύρινθος να είναι προς τα κάτω. Η θεραπεία περιλαμβάνει το χειρισμό του Epley που διενεργείται από έμπειρο ωτορινολαρυγγολόγο παρουσιάζοντας βελτίωση των συμπτωμάτων σε ποσοστό 90%
- Ακουστικό νευρίνωμα. Πρόκειται για ένα καλοήθη βραδέως αυξανόμενο όγκο που χαρακτηρίζεται από μονόπλευρη βαρηκοΐα, εμβοές και ίλιγγο. Η βαρηκοΐα είναι προοδευτική και αφορά στην αρχή κυρίως τις υψηλές συχνότητες
- Αμφοτερόπλευρη δυσλειτουργία λαβυρίνθων. Είναι μια σπάνια διαταραχή η οποία μπορεί να είναι κληρονομική ή επίκτητη
- Διάσειση του λαβυρίνθου. Προκαλείται μετά από κάκωση της κεφαλής και ο ασθενής μπορεί να παρουσιάσει ταυτόχρονα κυμαινόμενη βαρηκοΐα και εμβοές.
Για την διάγνωσή του απαιτείται αναλυτικό ιστορικό και νεοωτολογικό-ακοολογικό έλεγχο που θα συμπεριλαμβάνει και δοκιμασίες πρόκλησης ιλίγγου που τις περισσότερες φορές θα δώσουν στοιχεία για το σύστημα που έχει πάθει βλάβη: οπτικό, αιθουσαίο, παρεγκεφαλιδικό, σωματοαισθητικό. Στον κλινικό έλεγχο περιλαμβάνονται η εξέταση των αιθουσο-νωτιαίων και των αιθουσο-οφθαλμικών αντανακλαστικών και η δοκιμασία ιλίγγου θέσεως. Η εξέταση της ακοής με τονική ακοομετρία, και τα προκλητά ακουστικά δυναμικά του εγκεφαλικού στελέχους μας δίνουν πληροφορίες για πιθανή βλάβη στον λαβύρινθο ή στην ακουστική οδό. Ο έλεγχος του οπισθίου λαβυρίνθου με θερμικούς διακλυσμούς, ταλαντευόμενο έδρανο και ηλεκτρονυσταγμογραφία μας κατευθύνει στην ανεύρεση του πάσχοντος λαβυρίνθου. Αξίζει να σημειωθεί ότι οι εξειδικευμένες αυτές εξετάσεις είναι σχετικά απλές αλλά αναγκαίες, διότι με αυτές θα αποκλειστούν παθήσεις με παρόμοια κλινική εικόνα. Η δυναμική ισορροπομετρία σε συγκεκριμένες περιπτώσεις βοηθά στο διαχωρισμό των βλαβών των διαφόρων συστημάτων ισορροπίας. Οι εξετάσεις αυτές θα βοηθήσουν τον ασθενή στο να βρεθεί η αιτία και να του δοθεί έγκαιρα η κατάλληλη θεραπεία που θα βελτιώσει τα συμπτώματα σε μεγάλο βαθμό.
Η αντιμετώπιση του ιλίγγου γίνεται με την βοήθεια των φαρμάκων, ασκήσεων, ή σε σπάνιες περιπτώσεις με χειρουργική θεραπεία.
Τα φάρμακα που χορηγούνται στην οξεία φάση συνήθως είναι τα αντιιστμινικά, τα αντιεμετικά και τα κατασταλτικά του λαβυρίνθου. Αυτά παρότι βελτιώνουν στην οξεία φάση τα συμπτώματα, στη χρόνια φάση τα επιδεινώνουν, επειδή εμποδίζουν το κεντρικό νευρικό σύστημα να αναπτύξει μηχανισμούς εξισορρόπησης της βλάβης γι’ αυτό σύμφωνα με την οδηγία του θεράποντος ιατρού θα πρέπει να διακόπτονται.
Τα συμπτώματα αυτά παρότι είναι έντονα, τις περισσότερες φορές δεν είναι επικίνδυνα και μπορούν να περιοριστούν με τη βοήθεια ειδικών ασκήσεων. Αυτές έχουν σαν σκοπό να προκαλέσουν τα συμπτώματα και να βοηθήσουν τον εγκέφαλο στο αντισταθμίσει τις άνισες απαντήσεις από τους δύο λαβύρινθους, ‘’εκπαιδεύοντάς τον’’ να αγνοεί τα ερεθίσματα που προκαλούν ίλιγγο. Οι ασκήσεις αυτές περιλαμβάνουν καθημερινή επανάληψη των κινήσεων του κεφαλιού και του σώματος που προκαλούν ίλιγγο με συνέπεια σιγά-σιγά το σύμπτωμα αυτό να φθίνει. Για να αρχίσει η αντιρρόπηση αποτελεσματικά οι ασκήσεις αυτές πρέπει να γίνονται κατά τακτά χρονικά διαστήματα και για ένα χρονικό διάστημα τουλάχιστον 3 μηνών.
Η χειρουργική τέλος θεραπεία είναι σπάνια σε περιπτώσεις μη ανταπόκρισης στην φαρμακευτική θεραπεία και σωματικών ασκήσεων.
Τελειώνοντας θα ήθελα να υπογραμμίσω ότι αξίζει να διερευνηθεί το σύμπτωμα του ιλίγγου τόσο για θεραπευτικούς λόγους, όσο και προληπτικούς.
Δρ. Θωμάς Χαλάστρας
Διδάκτωρ Ιατρικής Σχολής Πανεπιστημίου Αθηνών
Χειρουργός Ωτορινολαρυγγολόγος